Η ΥΓΕΙΑ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΠΕΛΛΑΣ : ΧΤΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ
(Η ΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΓΕΙΑΣ )
Με μεγάλη ανησυχία πολίτες και εργαζόμενοι στην δημόσια υγεία βλέπουν τις δομές της να καταρρέουν και προσπαθούν να κατανοήσουν τι συμβαίνει και τι μπορούν οι ίδιοι να κάνουν προκειμένου να μπει ένα τέλος σ’ αυτή την κατρακύλα. Ας κάνουμε μια προσπάθεια να δούμε τις αιτίες αυτής της κρίσης, τα άμεσα μέτρα που απαιτούνται για το σταμάτημα της, την εδραίωσή της και τελικά την οικοδόμηση ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας ικανού να προσφέρει Δωρεάν και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας σε κάθε πολίτη ανεξάρτητα από την κοινωνική και οικονομική του θέση.
Όπως γνωρίζουμε το 1983 ψηφίσθηκε ο νόμος 1397/83 για την νοσοκομειακή περίθαλψη που έγινε γνωστός ως νόμος για το ΕΣΥ. Σε γενικές γραμμές ο νόμος αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας των πολιτών αλλά δεν αποτελούσε ένα ολοκληρωμένο σύστημα υγείας αφού άφηνε εκτός την πρωτοβάθμια περίθαλψη στα αστικά κέντρα και δεν έπαιρνε καμία φροντίδα για την επείγουσα ιατρική και το σύστημα διακομιδών. Aπό τότε και παρά τις επιμέρους υπαναχωρήσεις, όπως για παράδειγμα τα επί πληρωμή απογευματινά εξωτερικά ιατρεία, υπήρχε μία σχετικά επαρκής λειτουργία που κάλυπτε βασικές υγειονομικές ανάγκες των πολιτών.
Ωστόσο την τελευταία 5ετία με την εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών το δημόσιο σύστημα υγείας αφέθηκε στην τύχη του. Αιτία αυτής της επιλογής δεν ήταν μόνο η ακραία υποχρηματοδότηση των δομών υγείας, αλλά και η συνειδητή επιλογή των κυβερνήσεων να σπρώχνουν τους πολίτες στον ιδιωτικό τομέα κυρίως δε στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και τις ιδιωτικές κλινικές των μεγάλων ιδιωτικών ομίλων. Ενώ λοιπόν -με βάση την κοινή λογική- θα περίμενε κανείς οι μνημονιακές κυβερνήσεις να λάβουν μέτρα στήριξης της σκληρά δοκιμαζόμενης κοινωνίας σαν αντιστάθμισμα στις καθημερινές δυσκολίες των πολιτών, έγινε το ακριβώς αντίθετο. Νοσοκομειακές δομές συρρικνώθηκαν με τους νέους οργανισμούς των Νοσοκομείων, είτε αυτό αφορούσε κλείσιμο κλινικών, είτε κατάργηση ολόκληρων Νοσοκομείων. Μονάδες Εντατικής θεραπείας έκλεισαν ή εμφάνισαν δραματική μείωση των κλινών με αποτελέσματα μοιραία για πολλούς ασθενείς. Χειρουργεία ελαττώθηκαν δραματικά από έλλειψη αναισθησιολόγων και κατάλληλα εκπαιδευμένου νοσηλευτικού προσωπικού
Διορισμοί ιατρικού, νοσηλευτικού προσωπικού, προσωπικού εργαστηρίων δεν διενεργήθηκαν για μία 5ετία. Η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη στα Κέντρα Υγείας Υπαίθρου τα οποία μετατράπηκαν σταδιακά σε Υγειονομικούς σταθμούς παλιάς κοπής. Τα πολυιατρεία του ΙΚΑ τα οποία προσέφεραν -έστω και με προβληματικό τρόπο- υπηρεσίες υγείας στους εργαζόμενους των αστικών κέντρων, καταργήθηκαν εν μια νυκτί μετατράπηκαν δε σε ιατρεία ΕΟΠΥΥ αρχικά και ΠΕΔΥ τελικά. Η όλη διαδικασία διενεργήθηκε με τέτοιο τρόπο που οδήγησε σε τεράστια στελεχιακή και ποιοτική υποβάθμιση τους. Αποτέλεσμα ήταν οι ασφαλισμένοι τους να καταφεύγουν στα
εξωτερικά ιατρεία και τα επείγοντα των Νοσοκομείων που αποστελεχωμένα από την έλλειψη προσωπικού οδηγήθηκαν και αυτά στην κατάρρευση.
Παράλληλα στο διάστημα αυτό έλαβαν χώρα δραματικές μειώσεις στους μισθούς των εργαζομένων στην δημόσια υγεία που το ύψος τους φθάνει από 30-50% των αποδοχών τους. Με τον τρόπο αυτό δεν είχαμε μόνο απώλειες προσωπικού από όσους έφθαναν στα όρια της συνταξιοδότησης, αλλά και παραιτήσεις ποιοτικών και έμπειρων στελεχών των δομών υγείας που έκριναν ασύμφορη την παραμονή τους σε ένα σύστημα υγείας με χαμηλούς μισθούς, μα πάνω απ’ όλα απαξιωμένο από την ίδια την πολιτεία. Έτσι οδηγηθήκαμε σταδιακά στην σημερινή φάση λειτουργίας του συστήματος με Νοσοκομεία αποστελεχωμένα σε τέτοιο βαθμό που αδυνατούν να καλύψουν τις στοιχειώδεις ανάγκες των πολιτών όχι μόνο στην καθημερινή τους λειτουργία αλλά και στην κάλυψη των αναγκών εφημερίας τους.
Παράλληλα και μια σειρά άλλες παρεμβάσεις επιδείνωσαν τα προβλήματα, όπως το πέρασμα της καθαριότητας και των μαγειρείων στα χέρια ιδιωτών, ενώ η ανεπάρκεια προμηθειών σε αναλώσιμο υλικό, φάρμακα και είδη καθαριότητας δημιούργησε αξεπέραστες καθημερινές δυσκολίες. Να αναφέρουμε επί πλέον και την απουσία συντήρησης αλλά και ανανέωσης μηχανημάτων διάγνωσης όχι μόνο για λόγους οικονομίας αλλά επί πλέον για στροφή του κόσμου στην ιδιωτική πρωτοβουλία και τις διαγνωστικές τους υπηρεσίες
Την κατάσταση αυτή παρέλαβε η κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ και έπρεπε να βρει τους πιο κατάλληλους τρόπους για να εμποδίσει αρχικά την πλήρη κατάρρευση των δομών υγείας, ακολούθως να λάβει μέτρα σταθεροποίησης της κατάστασης και τελικά να χαράξει μια νέα πορεία σε ένα δημόσιο Εθνικό Σύστημα Υγείας σύμφωνα με τις σημερινές ανάγκες των πολιτών στηριζόμενο στα πιο σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης.
Την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει αταλάντευτα στην άμεση επίλυση των προβλημάτων υγείας δείχνει η παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα πριν 20 ημέρες στο υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας όπου κοινοποίησε δημόσια τον διορισμό μόνο για φέτος 4.500 εργαζομένων στην υγεία με προτεραιότητα στα Νοσοκομεία, τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, τα ογκολογικά τμήματα, και τις ακριτικές και νησιωτικές περιοχές.
Τα εκλογικευμένα βήματα αυτής της διαδρομής προφανώς θα περιλάβουν άμεσα μέτρα που θα συμβάλουν στην αποτροπή της κατάρρευσης των Νοσοκομείων. Μέχρι σήμερα οι προσπάθειες αυτές περιλαμβάνουν δέσμη μέτρων για τον διορισμό 400 περίπου επικουρικών γιατρών που θα καρποφορήσουν όμως με το υπάρχον σύστημα διορισμού των επικουρικών σε 1-2 μήνες. Παράλληλα σύντομα θα επαναρχίσει η λειτουργία των συμβουλίων κρίσης των Ιατρών που θα επιλέξουν τους μόνιμους γιατρούς του δημόσιου συστήματος υγείας, ενώ θα κληθούν να καταλάβουν τις θέσεις τους και όσοι είχαν κριθεί από το 2010 αλλά οι προηγούμενες κυβερνήσεις ματαίωσαν τους διορισμούς τους. Για την επίσπευση της διαδικασίας διορισμού άλλων 700 επικουρικών προωθείται τροποποίηση του υπάρχοντος νομικού πλαισίου που θα συντμήσει τον χρόνο διορισμού τους κατά 3μήνες περίπου ενώ θα δίνει και κίνητρα για τους γιατρούς της επαρχίας αλλά και ορισμένων άγονων ειδικοτήτων. Στην προσπάθεια αυτή θα μπορεί να συμβάλλουν και
γιατροί του ΠΕΔΥ με την προσφορά βοήθειας στις εφημερίες των Νοσοκομείων των περιοχών τους.
Παράλληλα θα γίνουν διορισμοί νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού τόσο επικουρικού, για την επιτάχυνση των διαδικασιών, όσο και μόνιμου μέσω του ΑΣΕΠ .
Όσον αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας θα δοθεί άμεση βοήθεια στα Κέντρα Υγείας Υπαίθρου με προτεραιότητα στις ακριτικές και νησιωτικές περιοχές ώσπου να δοθεί δυνατότητα με τις κατάλληλες παρεμβάσεις να καταστούν μονάδες παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Παράλληλα θα αρχίσει και η συζήτηση για την μετεξέλιξη των ΠΕΔΥ στα Κέντρα Υγείας Αστικού τύπου που θα αναλάβουν τον αντίστοιχο ρόλο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στις πόλεις.
Έχοντας λοιπόν αυτές τις προτεραιότητες στην υγεία η σημερινή κυβέρνηση από την μια κατανοεί την αγωνία και τους αγώνες των εργαζομένων στην δημόσια υγεία που έχουν φθάσει εξ αιτίας των πολιτικών επιλογών των μνημονιακών κυβερνήσεων στα όρια της σωματικής και ψυχικής τους αντοχής. Από την άλλη δεν θα μπορούσε όμως και η ίδια να αισθάνεται αδικημένη που δεν μπορεί να υπερβεί τα νομικά και χρονικά πλαίσια για να τους επιτρέψει να πάρουν ακόμη πιο γρήγορα και αυτοί την βαθειά ανάσα που τους χρειάζεται;
Ο νομός μας δεν ξεφεύγει από τον γενικό κανόνα. Υπολειτουργία κλινικών και εργαστηρίων από έλλειψη προσωπικού και στα δύο Νοσοκομεία Έδεσσας και Γιαννιτσών, απουσία αξονικού τομογράφου, υπολειτουργία χειρουργείων από έλλειψη αναισθησιολόγων, λειτουργία σε απαράδεκτες συνθήκες της μονάδας τεχνητού νεφρού, σοβαρή έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού με τμήματα να δουλεύουν στο κόκκινο, τμήματα ακάλυπτα από εφημερίες μέρες του μήνα είναι το σκηνικό που ζούμε το τελευταίο διάστημα.
Στα κέντρα Υγείας Αριδαίας, Άρνισσας, Κρύας Βρύσης και Σκύδρας η κατάσταση δεν είναι καθόλου διαφορετική. Έλλειψη γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και γενικότερη εικόνα απαξίωσης και εγκατάλειψης ήταν αυτή που διαπίστωσα σε περιοδεία μου ένα μήνα περίπου μετά τις εκλογές. Η κατάσταση στα ΠΕΔΥ Γιαννιτσών και Έδεσσας κατά πολύ χειρότερη από την λειτουργία των πάλαι ποτέ πολυιατρείων του ΙΚΑ. Στα δε περιφερειακά ιατρεία των κοινοτήτων οι δομές ανύπαρκτες πολύ χειρότερες από τα παλιά αγροτικά ιατρεία.
Η κυβέρνηση γνωρίζει όλα αυτά τα προβλήματα και έχει σαφές και συγκεκριμένο πλάνο αντιμετώπισής τους στην πορεία του χρόνου. Δίνοντας προτεραιότητα στην στήριξη των υπαρχουσών δομών υγείας και δη στα Νοσοκομεία ώστε να ορθοποδήσουν και να προσφέρουν τις στοιχειώδεις υπηρεσίες υγείας με άμεσους διορισμούς επικουρικών ιατρών, νοσηλευτικού, παραϊατρικού προσωπικού και συμμετοχή ιατρών και του ΠΕΔΥ στην προσπάθεια αυτή. Σχεδιασμό των επόμενων βημάτων για στελέχωση των δομών με μόνιμο προσωπικό που θα διασφαλίσει μια καλή λειτουργία τους. Δημιουργία νέων οργανισμών Νοσοκομείων που θα καλύπτουν τις ανάγκες των κατοίκων για δευτεροβάθμια περίθαλψη υψηλού επιπέδου. Αναβάθμιση των Κέντρων Υγείας Υπαίθρου και σταδιακή μετατροπή τους σε μονάδες παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Λειτουργία των Περιφερειακών Ιατρείων στα κοινοτικά διαμερίσματα. Παρέμβαση στην λειτουργία των
ΠΕΔΥ και μετατροπή τους μετά διάλογο με τους εργαζόμενους και δημιουργία υποδομών σε Αστικά Κέντρα Υγείας.
Οι καιροί είναι κρίσιμοι. Εκείνοι που πάντως << δεν δικαιούνται δια να ομιλούν >> είναι αυτοί που με τις επιλογές τους έφθασαν την κατάσταση στο σημερινό χάλι. Προκαλεί θυμηδία οι πρωτοστάτες της εγκατάλειψης και κατάρρευσης των δομών υγείας του δημοσίου να εγκαλούν την κυβέρνηση για τα τεράστια προβλήματα υγείας που υπάρχουν. Ρίχνοντας μια ματιά πίσω ας βγάλουμε όλοι τα συμπεράσματά μας. Το κυριότερο όμως για τους ασχολούμενους με την υγεία είναι να βρούμε τους τρόπους και τους δρόμους που πρέπει να διαβούμε ο καθένας ώστε να συμβάλουμε στην ταχύτερη βελτίωση των υπαρχουσών δομών υγείας ενώ θα οικοδομούμε και πιο ανθρώπινες συνθήκες εργασίας
για τους εργαζόμενους.
Χρήστος Σμίας
Βουλευτής Πέλλας του ΣΥΡΙΖΑ
(Η ΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΓΕΙΑΣ )
Με μεγάλη ανησυχία πολίτες και εργαζόμενοι στην δημόσια υγεία βλέπουν τις δομές της να καταρρέουν και προσπαθούν να κατανοήσουν τι συμβαίνει και τι μπορούν οι ίδιοι να κάνουν προκειμένου να μπει ένα τέλος σ’ αυτή την κατρακύλα. Ας κάνουμε μια προσπάθεια να δούμε τις αιτίες αυτής της κρίσης, τα άμεσα μέτρα που απαιτούνται για το σταμάτημα της, την εδραίωσή της και τελικά την οικοδόμηση ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας ικανού να προσφέρει Δωρεάν και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες υγείας σε κάθε πολίτη ανεξάρτητα από την κοινωνική και οικονομική του θέση.
Όπως γνωρίζουμε το 1983 ψηφίσθηκε ο νόμος 1397/83 για την νοσοκομειακή περίθαλψη που έγινε γνωστός ως νόμος για το ΕΣΥ. Σε γενικές γραμμές ο νόμος αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας των πολιτών αλλά δεν αποτελούσε ένα ολοκληρωμένο σύστημα υγείας αφού άφηνε εκτός την πρωτοβάθμια περίθαλψη στα αστικά κέντρα και δεν έπαιρνε καμία φροντίδα για την επείγουσα ιατρική και το σύστημα διακομιδών. Aπό τότε και παρά τις επιμέρους υπαναχωρήσεις, όπως για παράδειγμα τα επί πληρωμή απογευματινά εξωτερικά ιατρεία, υπήρχε μία σχετικά επαρκής λειτουργία που κάλυπτε βασικές υγειονομικές ανάγκες των πολιτών.
Ωστόσο την τελευταία 5ετία με την εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών το δημόσιο σύστημα υγείας αφέθηκε στην τύχη του. Αιτία αυτής της επιλογής δεν ήταν μόνο η ακραία υποχρηματοδότηση των δομών υγείας, αλλά και η συνειδητή επιλογή των κυβερνήσεων να σπρώχνουν τους πολίτες στον ιδιωτικό τομέα κυρίως δε στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και τις ιδιωτικές κλινικές των μεγάλων ιδιωτικών ομίλων. Ενώ λοιπόν -με βάση την κοινή λογική- θα περίμενε κανείς οι μνημονιακές κυβερνήσεις να λάβουν μέτρα στήριξης της σκληρά δοκιμαζόμενης κοινωνίας σαν αντιστάθμισμα στις καθημερινές δυσκολίες των πολιτών, έγινε το ακριβώς αντίθετο. Νοσοκομειακές δομές συρρικνώθηκαν με τους νέους οργανισμούς των Νοσοκομείων, είτε αυτό αφορούσε κλείσιμο κλινικών, είτε κατάργηση ολόκληρων Νοσοκομείων. Μονάδες Εντατικής θεραπείας έκλεισαν ή εμφάνισαν δραματική μείωση των κλινών με αποτελέσματα μοιραία για πολλούς ασθενείς. Χειρουργεία ελαττώθηκαν δραματικά από έλλειψη αναισθησιολόγων και κατάλληλα εκπαιδευμένου νοσηλευτικού προσωπικού
Διορισμοί ιατρικού, νοσηλευτικού προσωπικού, προσωπικού εργαστηρίων δεν διενεργήθηκαν για μία 5ετία. Η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη στα Κέντρα Υγείας Υπαίθρου τα οποία μετατράπηκαν σταδιακά σε Υγειονομικούς σταθμούς παλιάς κοπής. Τα πολυιατρεία του ΙΚΑ τα οποία προσέφεραν -έστω και με προβληματικό τρόπο- υπηρεσίες υγείας στους εργαζόμενους των αστικών κέντρων, καταργήθηκαν εν μια νυκτί μετατράπηκαν δε σε ιατρεία ΕΟΠΥΥ αρχικά και ΠΕΔΥ τελικά. Η όλη διαδικασία διενεργήθηκε με τέτοιο τρόπο που οδήγησε σε τεράστια στελεχιακή και ποιοτική υποβάθμιση τους. Αποτέλεσμα ήταν οι ασφαλισμένοι τους να καταφεύγουν στα
εξωτερικά ιατρεία και τα επείγοντα των Νοσοκομείων που αποστελεχωμένα από την έλλειψη προσωπικού οδηγήθηκαν και αυτά στην κατάρρευση.
Παράλληλα στο διάστημα αυτό έλαβαν χώρα δραματικές μειώσεις στους μισθούς των εργαζομένων στην δημόσια υγεία που το ύψος τους φθάνει από 30-50% των αποδοχών τους. Με τον τρόπο αυτό δεν είχαμε μόνο απώλειες προσωπικού από όσους έφθαναν στα όρια της συνταξιοδότησης, αλλά και παραιτήσεις ποιοτικών και έμπειρων στελεχών των δομών υγείας που έκριναν ασύμφορη την παραμονή τους σε ένα σύστημα υγείας με χαμηλούς μισθούς, μα πάνω απ’ όλα απαξιωμένο από την ίδια την πολιτεία. Έτσι οδηγηθήκαμε σταδιακά στην σημερινή φάση λειτουργίας του συστήματος με Νοσοκομεία αποστελεχωμένα σε τέτοιο βαθμό που αδυνατούν να καλύψουν τις στοιχειώδεις ανάγκες των πολιτών όχι μόνο στην καθημερινή τους λειτουργία αλλά και στην κάλυψη των αναγκών εφημερίας τους.
Παράλληλα και μια σειρά άλλες παρεμβάσεις επιδείνωσαν τα προβλήματα, όπως το πέρασμα της καθαριότητας και των μαγειρείων στα χέρια ιδιωτών, ενώ η ανεπάρκεια προμηθειών σε αναλώσιμο υλικό, φάρμακα και είδη καθαριότητας δημιούργησε αξεπέραστες καθημερινές δυσκολίες. Να αναφέρουμε επί πλέον και την απουσία συντήρησης αλλά και ανανέωσης μηχανημάτων διάγνωσης όχι μόνο για λόγους οικονομίας αλλά επί πλέον για στροφή του κόσμου στην ιδιωτική πρωτοβουλία και τις διαγνωστικές τους υπηρεσίες
Την κατάσταση αυτή παρέλαβε η κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ και έπρεπε να βρει τους πιο κατάλληλους τρόπους για να εμποδίσει αρχικά την πλήρη κατάρρευση των δομών υγείας, ακολούθως να λάβει μέτρα σταθεροποίησης της κατάστασης και τελικά να χαράξει μια νέα πορεία σε ένα δημόσιο Εθνικό Σύστημα Υγείας σύμφωνα με τις σημερινές ανάγκες των πολιτών στηριζόμενο στα πιο σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης.
Την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει αταλάντευτα στην άμεση επίλυση των προβλημάτων υγείας δείχνει η παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα πριν 20 ημέρες στο υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας όπου κοινοποίησε δημόσια τον διορισμό μόνο για φέτος 4.500 εργαζομένων στην υγεία με προτεραιότητα στα Νοσοκομεία, τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, τα ογκολογικά τμήματα, και τις ακριτικές και νησιωτικές περιοχές.
Τα εκλογικευμένα βήματα αυτής της διαδρομής προφανώς θα περιλάβουν άμεσα μέτρα που θα συμβάλουν στην αποτροπή της κατάρρευσης των Νοσοκομείων. Μέχρι σήμερα οι προσπάθειες αυτές περιλαμβάνουν δέσμη μέτρων για τον διορισμό 400 περίπου επικουρικών γιατρών που θα καρποφορήσουν όμως με το υπάρχον σύστημα διορισμού των επικουρικών σε 1-2 μήνες. Παράλληλα σύντομα θα επαναρχίσει η λειτουργία των συμβουλίων κρίσης των Ιατρών που θα επιλέξουν τους μόνιμους γιατρούς του δημόσιου συστήματος υγείας, ενώ θα κληθούν να καταλάβουν τις θέσεις τους και όσοι είχαν κριθεί από το 2010 αλλά οι προηγούμενες κυβερνήσεις ματαίωσαν τους διορισμούς τους. Για την επίσπευση της διαδικασίας διορισμού άλλων 700 επικουρικών προωθείται τροποποίηση του υπάρχοντος νομικού πλαισίου που θα συντμήσει τον χρόνο διορισμού τους κατά 3μήνες περίπου ενώ θα δίνει και κίνητρα για τους γιατρούς της επαρχίας αλλά και ορισμένων άγονων ειδικοτήτων. Στην προσπάθεια αυτή θα μπορεί να συμβάλλουν και
γιατροί του ΠΕΔΥ με την προσφορά βοήθειας στις εφημερίες των Νοσοκομείων των περιοχών τους.
Παράλληλα θα γίνουν διορισμοί νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού τόσο επικουρικού, για την επιτάχυνση των διαδικασιών, όσο και μόνιμου μέσω του ΑΣΕΠ .
Όσον αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας θα δοθεί άμεση βοήθεια στα Κέντρα Υγείας Υπαίθρου με προτεραιότητα στις ακριτικές και νησιωτικές περιοχές ώσπου να δοθεί δυνατότητα με τις κατάλληλες παρεμβάσεις να καταστούν μονάδες παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Παράλληλα θα αρχίσει και η συζήτηση για την μετεξέλιξη των ΠΕΔΥ στα Κέντρα Υγείας Αστικού τύπου που θα αναλάβουν τον αντίστοιχο ρόλο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στις πόλεις.
Έχοντας λοιπόν αυτές τις προτεραιότητες στην υγεία η σημερινή κυβέρνηση από την μια κατανοεί την αγωνία και τους αγώνες των εργαζομένων στην δημόσια υγεία που έχουν φθάσει εξ αιτίας των πολιτικών επιλογών των μνημονιακών κυβερνήσεων στα όρια της σωματικής και ψυχικής τους αντοχής. Από την άλλη δεν θα μπορούσε όμως και η ίδια να αισθάνεται αδικημένη που δεν μπορεί να υπερβεί τα νομικά και χρονικά πλαίσια για να τους επιτρέψει να πάρουν ακόμη πιο γρήγορα και αυτοί την βαθειά ανάσα που τους χρειάζεται;
Ο νομός μας δεν ξεφεύγει από τον γενικό κανόνα. Υπολειτουργία κλινικών και εργαστηρίων από έλλειψη προσωπικού και στα δύο Νοσοκομεία Έδεσσας και Γιαννιτσών, απουσία αξονικού τομογράφου, υπολειτουργία χειρουργείων από έλλειψη αναισθησιολόγων, λειτουργία σε απαράδεκτες συνθήκες της μονάδας τεχνητού νεφρού, σοβαρή έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού με τμήματα να δουλεύουν στο κόκκινο, τμήματα ακάλυπτα από εφημερίες μέρες του μήνα είναι το σκηνικό που ζούμε το τελευταίο διάστημα.
Στα κέντρα Υγείας Αριδαίας, Άρνισσας, Κρύας Βρύσης και Σκύδρας η κατάσταση δεν είναι καθόλου διαφορετική. Έλλειψη γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και γενικότερη εικόνα απαξίωσης και εγκατάλειψης ήταν αυτή που διαπίστωσα σε περιοδεία μου ένα μήνα περίπου μετά τις εκλογές. Η κατάσταση στα ΠΕΔΥ Γιαννιτσών και Έδεσσας κατά πολύ χειρότερη από την λειτουργία των πάλαι ποτέ πολυιατρείων του ΙΚΑ. Στα δε περιφερειακά ιατρεία των κοινοτήτων οι δομές ανύπαρκτες πολύ χειρότερες από τα παλιά αγροτικά ιατρεία.
Η κυβέρνηση γνωρίζει όλα αυτά τα προβλήματα και έχει σαφές και συγκεκριμένο πλάνο αντιμετώπισής τους στην πορεία του χρόνου. Δίνοντας προτεραιότητα στην στήριξη των υπαρχουσών δομών υγείας και δη στα Νοσοκομεία ώστε να ορθοποδήσουν και να προσφέρουν τις στοιχειώδεις υπηρεσίες υγείας με άμεσους διορισμούς επικουρικών ιατρών, νοσηλευτικού, παραϊατρικού προσωπικού και συμμετοχή ιατρών και του ΠΕΔΥ στην προσπάθεια αυτή. Σχεδιασμό των επόμενων βημάτων για στελέχωση των δομών με μόνιμο προσωπικό που θα διασφαλίσει μια καλή λειτουργία τους. Δημιουργία νέων οργανισμών Νοσοκομείων που θα καλύπτουν τις ανάγκες των κατοίκων για δευτεροβάθμια περίθαλψη υψηλού επιπέδου. Αναβάθμιση των Κέντρων Υγείας Υπαίθρου και σταδιακή μετατροπή τους σε μονάδες παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Λειτουργία των Περιφερειακών Ιατρείων στα κοινοτικά διαμερίσματα. Παρέμβαση στην λειτουργία των
ΠΕΔΥ και μετατροπή τους μετά διάλογο με τους εργαζόμενους και δημιουργία υποδομών σε Αστικά Κέντρα Υγείας.
Οι καιροί είναι κρίσιμοι. Εκείνοι που πάντως << δεν δικαιούνται δια να ομιλούν >> είναι αυτοί που με τις επιλογές τους έφθασαν την κατάσταση στο σημερινό χάλι. Προκαλεί θυμηδία οι πρωτοστάτες της εγκατάλειψης και κατάρρευσης των δομών υγείας του δημοσίου να εγκαλούν την κυβέρνηση για τα τεράστια προβλήματα υγείας που υπάρχουν. Ρίχνοντας μια ματιά πίσω ας βγάλουμε όλοι τα συμπεράσματά μας. Το κυριότερο όμως για τους ασχολούμενους με την υγεία είναι να βρούμε τους τρόπους και τους δρόμους που πρέπει να διαβούμε ο καθένας ώστε να συμβάλουμε στην ταχύτερη βελτίωση των υπαρχουσών δομών υγείας ενώ θα οικοδομούμε και πιο ανθρώπινες συνθήκες εργασίας
για τους εργαζόμενους.
Χρήστος Σμίας
Βουλευτής Πέλλας του ΣΥΡΙΖΑ