Τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του για τους απώτερους
κομματικούς στόχους που επιδιώκει να υπηρετήσει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –
ΑΝΕΛ, με την ¨πρεμούρα¨ της να αλλάξει άρον άρον τον εκλογικό νόμο με
την καθιέρωση ενός δικής της έμπνευσης ¨απλής αναλογικής¨ , κατέθεσε ο
Γιώργος Καρασμάνης στην Ολομέλεια της Βουλής το βράδυ της Τετάρτης, με
την ομιλία του κατά τη συζήτηση επί του σχετικού νομοσχεδίου.
Ο πρώην Υπουργός, διατύπωσε κατ’ αρχήν την απορία, γιατί το κυβερνών κόμμα δεν αξιοποίησε την ευκαιρία που είχε να το πράξει αυτό από τον περασμένο Σεπτέμβρη, όπως και την ιστορική ευκαιρία να εγκαινιάσει μια νέα εποχή ευρείας συναίνεσης και συνεννόησης, αλλά προτίμησε σύμπραξη μόνον με τους ΑΝΕΛ.
Χαρακτήρισε το νομοσχέδιο πρόχειρο και άκαιρο καθώς δεν δίνει λύση σε κανένα από τα προβλήματα των πολιτών που στενάζουν από τα επώδυνα μέτρα που του επέβαλε (περικοπές σε μισθούς/συντάξεις, κατάργηση ΕΚΑΣ, υπερφορολόγηση κλπ), καθώς και τις επικείμενες εντός του φθινοπώρου επαχθείς εργασιακές ρυθμίσεις. Και το παρομοίωσε με αναζήτηση σωσιβίου μπροστά στη ραγδαία φθορά, στην προσπάθειά τους να δυσχεράνουν την επάνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία, ώστε να έχουν συμμετοχή στις μετεκλογικές εξελίξεις, μετερχόμενοι ¨μεθόδους Τσοχατζόπουλου¨, όπως εκείνη του ’89 όταν η ΝΔ με 47% δεν μπορούσε να σχηματίσει αυτοδύναμη Κυβέρνηση.
Υπογράμμισε ότι, ειδικότερα στις κρίσιμες σημερινές συγκυρίες η χώρα έχει ανάγκη από βιώσιμες Κυβερνήσεις και πολιτική σταθερότητα και δεν αντέχει σε μια «ιταλοποίηση» της πολιτικής ζωής χωρίς διοικητικούς μηχανισμούς και δεν μπορεί να περάσει ξανά αυτό που ζήσαμε το 2015, με ένα χρόνο πλήρους απραξίας, που στοίχισε στην οικονομία πάνω από 100 δίς.
Κατηγόρησε την Κυβέρνηση, ότι με την κατάργηση του ¨μπόνους¨ εδρών στο πρώτο κόμμα μεθοδεύει τη δημιουργία μιας ¨Βουλής θλιβερό μωσαϊκό¨ με κομματίδια – δεκανίκια στήριξης σε καταστροφικές πολιτικές, ενώ δεν κάνει ούτε λόγο για την ανάγκη κατάτμησης των μεγάλων εκλογικών περιφερειών, δηλαδή για τον απεγκλωβισμό των βουλευτών από εξαρτήσεις και ιδιωτικά μεγαλοσυμφέροντα.
Αναφερόμενος στα κατά καιρούς παραπλανητικά φληναφήματα για μείωση του αριθμού των βουλευτών, χάριν δήθεν… οικονομίας, ο πρώην Υπουργός έδωσε αποστομωτική απάντηση, τονίζοντας ότι το κόστος λειτουργίας του Κοινοβουλίου, δεν ξεπερνά το 3‰ (τρία τοις χιλίοις) του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Εξέφρασε τη σοβαρή ανησυχία του για την κυβερνητική πρόθεση να δώσει ψήφο στα 17 – ουσιαστικά σε 16χρονα παιδιά, μαθητές του λυκείου. Όχι βέβαια γιατί… φοβάται τη νεολαία η ΝΔ η οποία είναι μόνιμα πρώτη στις φοιτητικές εκλογές, αλλά διότι στο πιο κρίσιμο στάδιο της εκπαίδευσης, κινδυνεύουν τα σχολεία να μετατραπούν σε κομματικά κέντρα και οι ίδιοι οι μαθητές να παραδοθούν βορά σε κομματικούς στρατολόγους.
Ο Γιώργος Καρασμάνης, καταλήγοντας υπενθύμισε τη γνωστή δήλωση του Υπουργού Εσωτερικών Παναγιώτη Κουρουμπλή, «αν καθιερωθεί η απλή αναλογική η χώρα δεν θα κυβερνηθεί ποτέ», και ρώτησε, τί άλλαξε, τί μεσολάβησε ή ποιες πιέσεις δέχτηκε ώστε σήμερα να αναθεωρεί αυτήν την άποψή του.
Επισυνάπτεται το πλήρες κείμενο της ομιλίας.
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Κυβέρνηση μάς έχει φέρει ξαφνικά, άρον-άρον, θα έλεγα, προς συζήτηση και ψήφιση ένα νομοσχέδιο για την απλή αναλογική, διατυπωμένο σ’ ένα κείμενο πρόχειρο και ευκαιριακό.
Γιατί αυτή η όψιμη βιασύνη; Η Κυβέρνηση είχε την ευκαιρία να πάει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου με την απλή αναλογική. Γιατί δεν το έπραξε; Αλλά και αμέσως μετά τη δεύτερη εκλογή της δόθηκε η ευκαιρία να γράψει ιστορία, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή, μια εποχή συναίνεσης και συνεννόησης, όπως επέβαλλαν τα συμφέροντα της χώρας. Αντί, όμως, να προχωρήσει σε συνεργασία με περισσότερα κόμματα, επέλεξε μόνο τους ΑΝΕΛ. Γιατί; Για να είναι ο σημερινός Πρωθυπουργός αδιαφιλονίκητος μοναδικός άρχων στη διακυβέρνηση της χώρας.
Σήμερα μας φέρνει ένα νομοσχέδιο εν μέσω μιας μακράς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, ωσάν η τόσο εσπευσμένη αλλαγή του εκλογικού νόμου να είναι η λύση στα τεράστια προβλήματα που έχουν γονατίσει τον λαό. Σωσίβιο ψάχνουν. Ξέρουν πολύ καλά ότι ο κόσμος δεν μπορεί και δεν πρόκειται να αντέξει τα επώδυνα μέτρα. Οι περικοπές μισθών, συντάξεων, ΕΚΑΣ, οι φόροι επί φόρων που ήδη καλούνται να πληρώσουν οι εξουθενωμένοι πολίτες, αλλά και οι επαχθέστερες ρυθμίσεις που έρχονται το φθινόπωρο στα εργασιακά είναι πλέον βάρη ασήκωτα για όλους.
Τι επιδιώκουν, λοιπόν; Απλούστατα, «μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια», από τη μια να δυσχεράνουν όσο μπορούν την άνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία και από την άλλη να καταμερίσουν και σ’ άλλα κόμματα τις ευθύνες για τις δικές τους αναποτελεσματικές πολιτικές επιλογές. Ή μήπως ο κ. Τσίπρας, γνώστης ασφαλώς της τεράστιας φθοράς του κόμματός του, προετοιμάζει μεθοδικά την αποχώρησή του από την εξουσία και προσβλέπει στη συμμετοχή του σε μετεκλογικές εξελίξεις; Γιατί θέλουν να εφαρμόσουν πρακτικές Τσοχατζόπουλου σαν εκείνη του ’89, όταν η Νέα Δημοκρατία με 47% δεν μπόρεσε να κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση; Είναι δυνατό να αγνοούν ότι ειδικότερα σε κρίσιμες συγκυρίες, όπως η σημερινή, η χώρα έχει ανάγκη από βιώσιμες, ισχυρές κυβερνήσεις και από πολιτική σταθερότητα που είναι το α΄ και το ω΄ για την ανάκαμψη και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας;
Αντέχει μια «ιταλοποίηση» της πολιτικής ζωής η σημερινή Ελλάδα; Έχει η χώρα τους διοικητικούς μηχανισμούς για να ξεπεράσει αυτό που ζήσαμε το 2015, έναν χρόνο πλήρους απραξίας, με κατεβασμένα ακόμα και τα μολύβια, με βαλτωμένα τα κοινοτικά προγράμματα, μια κατάσταση που στοίχισε στην οικονομία πάνω από εκατό δισεκατομμύρια;
Θέλετε μια Βουλή-θλιβερό μωσαϊκό; Γι’ αυτό μεθοδεύετε την κατάργηση του μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα, που την έχουν υιοθετήσει από ετών σύγχρονες και κοινοβουλευτικά άψογα λειτουργούσες ευρωπαϊκές χώρες; Είναι δυνατό να εκπροσωπηθούν στο Κοινοβούλιο κομματίδια που εκπροσωπούν μέχρι και το 0,16% του εκλογικού σώματος, όταν σε προηγμένες πολιτικά και κοινοβουλευτικά χώρες υπάρχει όριο μέχρι και 5%, ακριβώς για να αποκλείονται αυτά τα ευκαιριακά σχήματα; Γι’ αυτό παίξατε με τα όρια εισόδου στη Βουλή, για να έχετε στα έδρανα κάποια ψηφαλάκια με ανταποδοτικό τέλος να σας «καρφώνουν» στην καρέκλα της εξουσίας σας όταν χρειάζεστε «δεκανίκια» και να συνεχίζετε τις καταστροφικές επιλογές σας;
Αφιερώνετε ένα νομοσχέδιο μιας σελίδας στο πώς θα κατανέμονται οι έδρες. Ούτε λόγος για τον αριθμό και το μέγεθος των εκλογικών περιφερειών. Ούτε λέξη για τον τρόπο της ανάδειξης των Βουλευτών.
Και, μάλιστα, γίνεται λόγος εν όψει της επικείμενης Αναθεώρησης του Συντάγματος για μείωση του αριθμού των Βουλευτών από τριακόσιους σε διακόσιους. Άλλοι λένε σε εκατόν πενήντα, άλλοι σε εκατό. Μήπως πρέπει να τους περιορίσουμε αριθμητικά, κατά την ποδοσφαιρική
ορολογία, σε μερικές ενδεκάδες, σε ομάδες δηλαδή, για να μπορεί κάθε μεγαλόσχημος οικονομικός παράγοντας να τους ελέγχει ευκολότερα και αποτελεσματικότερα; Για να έχουμε ένα Κοινοβούλιο χειραγωγημένο, πιστό υπηρέτη συμφερόντων και όχι του λαού, αλλά προσώπων;
Πάγια άποψή μου, και πριν μπω στη Βουλή, ήταν και παραμένει ότι ο Βουλευτής πρέπει να είναι απόλυτα ανεξάρτητος, αδέσμευτος και μάλιστα η πολιτεία θα πρέπει να τον στηρίζει με όλα τα μέσα.
Γίνεται, επίσης, από κάποιους κύκλους πολύς λόγος για το κόστος λειτουργίας της Κοινοβουλευτικής μας Δημοκρατίας. Τους πληροφορώ, λοιπόν, ότι αυτό το κόστος δεν υπερβαίνει το 3 τοις χιλίοις και όχι 3 τοις εκατό του συνολικού κρατικού προϋπολογισμού. Και αυτό αποτελεί μια αποστομωτική απάντηση σε όλους εκείνους που μιλούν για μείωση του αριθμού των Ελλήνων Βουλευτών.
Ακούσαμε από την Αντιπολίτευση ότι μας φοβίζει η ψήφος στα δεκαεπτά, ουσιαστικά δηλαδή στα δεκαεξάχρονα παιδιά-μαθητές του Λυκείου.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου
Βουλευτή)
Ένα λεπτό, κυρία Πρόεδρε.
Αυτά είναι αστειότητες. Είναι δυνατόν να φοβάται τη νεολαία η Νέα Δημοκρατία, που είναι μόνιμα πρώτη στις φοιτητικές εκλογές; Δεν φοβόμαστε. Ανησυχούμε για τις μεθοδεύσεις σας. Πάτε να κάνετε τα σχολεία κομματικά κέντρα. Πάτε να αποσπάσετε τα παιδιά από τη μελέτη τους, στην κρισιμότερη φάση των σπουδών τους και να τα παραδώσετε σε κομματικούς στρατολόγους.
Μην ελπίζετε λοιπόν, συνάδελφοι της Κυβέρνησης, στις διακόσιες ψήφους. Όνειρο θερινής νύχτας ήταν και πέρασε. Κομματική φούσκα και έσκασε. Το νομοσχέδιό σας, όπως θα το θέλατε, δεν θα περάσει, γιατί είναι μια απροκάλυπτη συνταγή ακυβερνησίας. Και σε επίρρωση αυτού θυμίζω τη δήλωση του Υπουργού Εσωτερικών: «αν καθιερωθεί η απλή αναλογική, η χώρα δεν θα κυβερνηθεί ποτέ». Εκτιμώ τον κ. Κουρουμπλή, όμως, από τη δήλωσή του αυτή, τι μεσολάβησε; Από πού και ποιες πιέσεις δέχτηκε, ώστε σήμερα να αναθεωρεί αυτήν την άποψή του; Και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα έχει όσο ποτέ ανάγκη μιας ισχυρής σταθερής κυβέρνησης, που να εμπνέει αίσθημα εμπιστοσύνης και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Αδυνατώ να δεχτώ ότι το πράττει για λόγους κομματικής πειθαρχίας, προς το ηπιότερο, για λόγους κομματικής συμπόρευσης. Και επειδή απάντηση δεν έχω, θα παρακαλούσα τον ίδιο, αύριο, που είμαι σίγουρος ότι παρακολουθεί τη συζήτηση από το κανάλι της Βουλής, να μας λύσει αυτή την απορία.
Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε, για την ανοχή.»
Ο πρώην Υπουργός, διατύπωσε κατ’ αρχήν την απορία, γιατί το κυβερνών κόμμα δεν αξιοποίησε την ευκαιρία που είχε να το πράξει αυτό από τον περασμένο Σεπτέμβρη, όπως και την ιστορική ευκαιρία να εγκαινιάσει μια νέα εποχή ευρείας συναίνεσης και συνεννόησης, αλλά προτίμησε σύμπραξη μόνον με τους ΑΝΕΛ.
Χαρακτήρισε το νομοσχέδιο πρόχειρο και άκαιρο καθώς δεν δίνει λύση σε κανένα από τα προβλήματα των πολιτών που στενάζουν από τα επώδυνα μέτρα που του επέβαλε (περικοπές σε μισθούς/συντάξεις, κατάργηση ΕΚΑΣ, υπερφορολόγηση κλπ), καθώς και τις επικείμενες εντός του φθινοπώρου επαχθείς εργασιακές ρυθμίσεις. Και το παρομοίωσε με αναζήτηση σωσιβίου μπροστά στη ραγδαία φθορά, στην προσπάθειά τους να δυσχεράνουν την επάνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία, ώστε να έχουν συμμετοχή στις μετεκλογικές εξελίξεις, μετερχόμενοι ¨μεθόδους Τσοχατζόπουλου¨, όπως εκείνη του ’89 όταν η ΝΔ με 47% δεν μπορούσε να σχηματίσει αυτοδύναμη Κυβέρνηση.
Υπογράμμισε ότι, ειδικότερα στις κρίσιμες σημερινές συγκυρίες η χώρα έχει ανάγκη από βιώσιμες Κυβερνήσεις και πολιτική σταθερότητα και δεν αντέχει σε μια «ιταλοποίηση» της πολιτικής ζωής χωρίς διοικητικούς μηχανισμούς και δεν μπορεί να περάσει ξανά αυτό που ζήσαμε το 2015, με ένα χρόνο πλήρους απραξίας, που στοίχισε στην οικονομία πάνω από 100 δίς.
Κατηγόρησε την Κυβέρνηση, ότι με την κατάργηση του ¨μπόνους¨ εδρών στο πρώτο κόμμα μεθοδεύει τη δημιουργία μιας ¨Βουλής θλιβερό μωσαϊκό¨ με κομματίδια – δεκανίκια στήριξης σε καταστροφικές πολιτικές, ενώ δεν κάνει ούτε λόγο για την ανάγκη κατάτμησης των μεγάλων εκλογικών περιφερειών, δηλαδή για τον απεγκλωβισμό των βουλευτών από εξαρτήσεις και ιδιωτικά μεγαλοσυμφέροντα.
Αναφερόμενος στα κατά καιρούς παραπλανητικά φληναφήματα για μείωση του αριθμού των βουλευτών, χάριν δήθεν… οικονομίας, ο πρώην Υπουργός έδωσε αποστομωτική απάντηση, τονίζοντας ότι το κόστος λειτουργίας του Κοινοβουλίου, δεν ξεπερνά το 3‰ (τρία τοις χιλίοις) του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Εξέφρασε τη σοβαρή ανησυχία του για την κυβερνητική πρόθεση να δώσει ψήφο στα 17 – ουσιαστικά σε 16χρονα παιδιά, μαθητές του λυκείου. Όχι βέβαια γιατί… φοβάται τη νεολαία η ΝΔ η οποία είναι μόνιμα πρώτη στις φοιτητικές εκλογές, αλλά διότι στο πιο κρίσιμο στάδιο της εκπαίδευσης, κινδυνεύουν τα σχολεία να μετατραπούν σε κομματικά κέντρα και οι ίδιοι οι μαθητές να παραδοθούν βορά σε κομματικούς στρατολόγους.
Ο Γιώργος Καρασμάνης, καταλήγοντας υπενθύμισε τη γνωστή δήλωση του Υπουργού Εσωτερικών Παναγιώτη Κουρουμπλή, «αν καθιερωθεί η απλή αναλογική η χώρα δεν θα κυβερνηθεί ποτέ», και ρώτησε, τί άλλαξε, τί μεσολάβησε ή ποιες πιέσεις δέχτηκε ώστε σήμερα να αναθεωρεί αυτήν την άποψή του.
Επισυνάπτεται το πλήρες κείμενο της ομιλίας.
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Κυβέρνηση μάς έχει φέρει ξαφνικά, άρον-άρον, θα έλεγα, προς συζήτηση και ψήφιση ένα νομοσχέδιο για την απλή αναλογική, διατυπωμένο σ’ ένα κείμενο πρόχειρο και ευκαιριακό.
Γιατί αυτή η όψιμη βιασύνη; Η Κυβέρνηση είχε την ευκαιρία να πάει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου με την απλή αναλογική. Γιατί δεν το έπραξε; Αλλά και αμέσως μετά τη δεύτερη εκλογή της δόθηκε η ευκαιρία να γράψει ιστορία, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή, μια εποχή συναίνεσης και συνεννόησης, όπως επέβαλλαν τα συμφέροντα της χώρας. Αντί, όμως, να προχωρήσει σε συνεργασία με περισσότερα κόμματα, επέλεξε μόνο τους ΑΝΕΛ. Γιατί; Για να είναι ο σημερινός Πρωθυπουργός αδιαφιλονίκητος μοναδικός άρχων στη διακυβέρνηση της χώρας.
Σήμερα μας φέρνει ένα νομοσχέδιο εν μέσω μιας μακράς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, ωσάν η τόσο εσπευσμένη αλλαγή του εκλογικού νόμου να είναι η λύση στα τεράστια προβλήματα που έχουν γονατίσει τον λαό. Σωσίβιο ψάχνουν. Ξέρουν πολύ καλά ότι ο κόσμος δεν μπορεί και δεν πρόκειται να αντέξει τα επώδυνα μέτρα. Οι περικοπές μισθών, συντάξεων, ΕΚΑΣ, οι φόροι επί φόρων που ήδη καλούνται να πληρώσουν οι εξουθενωμένοι πολίτες, αλλά και οι επαχθέστερες ρυθμίσεις που έρχονται το φθινόπωρο στα εργασιακά είναι πλέον βάρη ασήκωτα για όλους.
Τι επιδιώκουν, λοιπόν; Απλούστατα, «μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια», από τη μια να δυσχεράνουν όσο μπορούν την άνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία και από την άλλη να καταμερίσουν και σ’ άλλα κόμματα τις ευθύνες για τις δικές τους αναποτελεσματικές πολιτικές επιλογές. Ή μήπως ο κ. Τσίπρας, γνώστης ασφαλώς της τεράστιας φθοράς του κόμματός του, προετοιμάζει μεθοδικά την αποχώρησή του από την εξουσία και προσβλέπει στη συμμετοχή του σε μετεκλογικές εξελίξεις; Γιατί θέλουν να εφαρμόσουν πρακτικές Τσοχατζόπουλου σαν εκείνη του ’89, όταν η Νέα Δημοκρατία με 47% δεν μπόρεσε να κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση; Είναι δυνατό να αγνοούν ότι ειδικότερα σε κρίσιμες συγκυρίες, όπως η σημερινή, η χώρα έχει ανάγκη από βιώσιμες, ισχυρές κυβερνήσεις και από πολιτική σταθερότητα που είναι το α΄ και το ω΄ για την ανάκαμψη και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας;
Αντέχει μια «ιταλοποίηση» της πολιτικής ζωής η σημερινή Ελλάδα; Έχει η χώρα τους διοικητικούς μηχανισμούς για να ξεπεράσει αυτό που ζήσαμε το 2015, έναν χρόνο πλήρους απραξίας, με κατεβασμένα ακόμα και τα μολύβια, με βαλτωμένα τα κοινοτικά προγράμματα, μια κατάσταση που στοίχισε στην οικονομία πάνω από εκατό δισεκατομμύρια;
Θέλετε μια Βουλή-θλιβερό μωσαϊκό; Γι’ αυτό μεθοδεύετε την κατάργηση του μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα, που την έχουν υιοθετήσει από ετών σύγχρονες και κοινοβουλευτικά άψογα λειτουργούσες ευρωπαϊκές χώρες; Είναι δυνατό να εκπροσωπηθούν στο Κοινοβούλιο κομματίδια που εκπροσωπούν μέχρι και το 0,16% του εκλογικού σώματος, όταν σε προηγμένες πολιτικά και κοινοβουλευτικά χώρες υπάρχει όριο μέχρι και 5%, ακριβώς για να αποκλείονται αυτά τα ευκαιριακά σχήματα; Γι’ αυτό παίξατε με τα όρια εισόδου στη Βουλή, για να έχετε στα έδρανα κάποια ψηφαλάκια με ανταποδοτικό τέλος να σας «καρφώνουν» στην καρέκλα της εξουσίας σας όταν χρειάζεστε «δεκανίκια» και να συνεχίζετε τις καταστροφικές επιλογές σας;
Αφιερώνετε ένα νομοσχέδιο μιας σελίδας στο πώς θα κατανέμονται οι έδρες. Ούτε λόγος για τον αριθμό και το μέγεθος των εκλογικών περιφερειών. Ούτε λέξη για τον τρόπο της ανάδειξης των Βουλευτών.
Και, μάλιστα, γίνεται λόγος εν όψει της επικείμενης Αναθεώρησης του Συντάγματος για μείωση του αριθμού των Βουλευτών από τριακόσιους σε διακόσιους. Άλλοι λένε σε εκατόν πενήντα, άλλοι σε εκατό. Μήπως πρέπει να τους περιορίσουμε αριθμητικά, κατά την ποδοσφαιρική
ορολογία, σε μερικές ενδεκάδες, σε ομάδες δηλαδή, για να μπορεί κάθε μεγαλόσχημος οικονομικός παράγοντας να τους ελέγχει ευκολότερα και αποτελεσματικότερα; Για να έχουμε ένα Κοινοβούλιο χειραγωγημένο, πιστό υπηρέτη συμφερόντων και όχι του λαού, αλλά προσώπων;
Πάγια άποψή μου, και πριν μπω στη Βουλή, ήταν και παραμένει ότι ο Βουλευτής πρέπει να είναι απόλυτα ανεξάρτητος, αδέσμευτος και μάλιστα η πολιτεία θα πρέπει να τον στηρίζει με όλα τα μέσα.
Γίνεται, επίσης, από κάποιους κύκλους πολύς λόγος για το κόστος λειτουργίας της Κοινοβουλευτικής μας Δημοκρατίας. Τους πληροφορώ, λοιπόν, ότι αυτό το κόστος δεν υπερβαίνει το 3 τοις χιλίοις και όχι 3 τοις εκατό του συνολικού κρατικού προϋπολογισμού. Και αυτό αποτελεί μια αποστομωτική απάντηση σε όλους εκείνους που μιλούν για μείωση του αριθμού των Ελλήνων Βουλευτών.
Ακούσαμε από την Αντιπολίτευση ότι μας φοβίζει η ψήφος στα δεκαεπτά, ουσιαστικά δηλαδή στα δεκαεξάχρονα παιδιά-μαθητές του Λυκείου.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου
Βουλευτή)
Ένα λεπτό, κυρία Πρόεδρε.
Αυτά είναι αστειότητες. Είναι δυνατόν να φοβάται τη νεολαία η Νέα Δημοκρατία, που είναι μόνιμα πρώτη στις φοιτητικές εκλογές; Δεν φοβόμαστε. Ανησυχούμε για τις μεθοδεύσεις σας. Πάτε να κάνετε τα σχολεία κομματικά κέντρα. Πάτε να αποσπάσετε τα παιδιά από τη μελέτη τους, στην κρισιμότερη φάση των σπουδών τους και να τα παραδώσετε σε κομματικούς στρατολόγους.
Μην ελπίζετε λοιπόν, συνάδελφοι της Κυβέρνησης, στις διακόσιες ψήφους. Όνειρο θερινής νύχτας ήταν και πέρασε. Κομματική φούσκα και έσκασε. Το νομοσχέδιό σας, όπως θα το θέλατε, δεν θα περάσει, γιατί είναι μια απροκάλυπτη συνταγή ακυβερνησίας. Και σε επίρρωση αυτού θυμίζω τη δήλωση του Υπουργού Εσωτερικών: «αν καθιερωθεί η απλή αναλογική, η χώρα δεν θα κυβερνηθεί ποτέ». Εκτιμώ τον κ. Κουρουμπλή, όμως, από τη δήλωσή του αυτή, τι μεσολάβησε; Από πού και ποιες πιέσεις δέχτηκε, ώστε σήμερα να αναθεωρεί αυτήν την άποψή του; Και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα έχει όσο ποτέ ανάγκη μιας ισχυρής σταθερής κυβέρνησης, που να εμπνέει αίσθημα εμπιστοσύνης και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Αδυνατώ να δεχτώ ότι το πράττει για λόγους κομματικής πειθαρχίας, προς το ηπιότερο, για λόγους κομματικής συμπόρευσης. Και επειδή απάντηση δεν έχω, θα παρακαλούσα τον ίδιο, αύριο, που είμαι σίγουρος ότι παρακολουθεί τη συζήτηση από το κανάλι της Βουλής, να μας λύσει αυτή την απορία.
Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε, για την ανοχή.»