Κυκλοφορούμε ανάμεσα στο πλήθος, στους δρόμους, στο σταθμό των
τρένων, των λεωφορείων, στις πλατείες, στο πεζοδρόμιο έξω από το
σχολείο και μοιάζουμε σαν ίδιοι από χρόνια, με τα ίδια ρούχα ψυχής
φορεμένα στο απαράλλακτο σώμα μας.
Κι όμως στο παρασκήνιο της ευαισθησίας κάποια φεγγάρια ξαπλώνουν σαν αποσιωπητικά στους στίχους κάποιων ποιημάτων. Κάποια μνημόσυνα μουρμουρίζουν ποίηση κι όχι πένθος, οι ήττες αγκαλιάζονται με τις προσωπικές νίκες του καθενός μας και ο απολογισμός του ποιήματος αφήνει γεμάτα τα άδεια χέρια του ανθρώπου.
Καθώς εμείς διασχίζουμε αμέριμνοι τα τοπία της ημέρας ανάμεσά μας κυκλοφορεί μία κοπέλα με μάτια διάφανης παιδικότητας και βλέμμα νοσταλγικής ωριμότητας, που μοιάζει σαν από ένα μέλλον κοντινό να κοιτά πίσω και να περιγράφει με τις λέξεις της τη ζωή που περνά σαν ποτάμι από τις κοίτες των δρόμων και από τα χέρια μας. Είναι παρούσα ακόμη και δίχως τη φυσική παρουσία της, ακουμπώντας με το πινέλο της ποίησης τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας αποτυπώνοντας στην αιωνιότητα του χαρτιού όσα εμείς θεωρούμε φθαρτά.
Αυτή είναι η μαγεία της ποίησης. Το άγγιγμα που μετουσιώνει το φθαρτό σε αιώνιο, που δε χωρά στα βιβλία. Είναι διάχυτη στο βλέμμα της κοπέλας, στον αέρα με τον οποίο κινείται στο χώρο και ενσωματώνεται με το οτιδήποτε υπάρχει, υπήρξε ή υπονοήθηκε.
Η κοπέλα αυτή ονομάζεται Σοφία Μιμιλίδου και στις 17 Δεκεμβρίου 2016 με τη συνεργασία του Συλλόγου Φίλων Βιβλίου Ν. Πέλλας, της Παιδαγωγικής Εταιρείας Πέλλας, των Εκδόσεων Ιωλκός και της ΔΗ.Κ.Ε.Π.Α.Π. θα παρουσιάσει την πρώτη της ποιητική συλλογή «ΑΠΟΡΙΕΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ» και θα μοιραστεί μαζί μας τη συγκίνηση του να βλέπεις πέρα από το προφανές, μέσα στο αδιαφανές, πίσω από το πρώτο πλάνο της ζωής…. εκεί που κρύβεται η ουσία των πραγμάτων.
Η παρουσίαση του βιβλίου θα πραγματοποιηθεί στο Κέντρο Πληροφόρησης Νέων στα Γιαννιτσά (βόρεια είσοδο Πνευματικού Κέντρου Γιαννιτσών) το Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016, στις 6μμ.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν η Παπαδάκη Τόνια, σχολική σύμβουλος φιλολόγων και ο Σίσκος Θανάσης, εκπαιδευτικός.
Η Κάκια Παυλίδου θα παρουσιάσει επιλεγμένα ποιήματα της συλλογής μέσα από εικόνες και μουσικές.
Μουσικά θα ντύσει την εκδήλωση η Ζλατάνη Μαρία.
Μία γεύση γραφής της Σοφίας Μιμιλίδου:
ΔΕΝ ΞΕΡΩ/ΔΕΝ Α Π Α Ν Τ Ω
Διαλυόμαστε πάντα.
Από το χάος της αρχής, από κτίσεως κόσμου,
από τα πρώτα μάτια που κοίταξαν τον ήλιο.
Κι έτσι διαλυμένοι πάντα,
στον ίδιο κόσμο, με τον ίδιο αέρα να μας φουσκώνει τα μυαλά,
πάντα θα ορκιζόμαστε σ’ ένα «οφθαλμός αντί οφθαλμού»,
πάντα θα βρίσκουμε ζωή με τις πείνες, τις φτώχειες, τους θανάτους
αυτών που λυπόμαστε, αλλά μισούμε να τους βλέπουμε
όταν δεν έχουν πια ανάγκη τον οίκτο μας.
Κάθε αύριο μασκαρεμένο με του μέλλοντος τα λούσα,
μένει πιο μακάβριο από πολλά δύσκολα χθες
και βγάζει στους αφρούς της καταιγίδας ιστορίες που ξαναγυρνούν
από αλλοτινά σκοτάδια και μνήμες μαύρης φρίκης.
Χρόνια δίσεχτα οι μέρες που περνούν, σύννεφα αιχμαλωσίας.
Η αναζήτηση θεών και προφητών αποδεικνύεται μάταιη πάντα.
Δεν ξέρω / δεν απαντώ.
Βγάζω τα φτερά μου και τα κρύβω κάτω απ’ το μαξιλάρι.
Τα πινέλα μου δεν έχουν χρώμα,
τοίχους δε λέρωσα ποτέ.
Διαλυόμαστε πάντα.
Απ’ τα τραπεζάκια των πανεπιστημίων στα παράθυρα
και τις έδρες της Βουλής
τα μίση διαιωνίζουμε και προδίδουμε τους εαυτούς μας.
Δεν ξέρω / δεν απαντώ.
Σ’ αυτόν τον κόσμο γεννήθηκα.
Στα ξημερώματα της ζωής μου,
οι κουρτίνες του ήταν κλειστές
με λίγες μόνο χαραμάδες να μου χαμογελούν
και τη φωνή της Ποίησης να μου ψιθυρίζει κρυφά
να μη σταματώ να ζωγραφίζω αγγέλους,
να παλεύω τις αλυσίδες
κι ας μη σπάσουν ποτέ.
Κι όμως στο παρασκήνιο της ευαισθησίας κάποια φεγγάρια ξαπλώνουν σαν αποσιωπητικά στους στίχους κάποιων ποιημάτων. Κάποια μνημόσυνα μουρμουρίζουν ποίηση κι όχι πένθος, οι ήττες αγκαλιάζονται με τις προσωπικές νίκες του καθενός μας και ο απολογισμός του ποιήματος αφήνει γεμάτα τα άδεια χέρια του ανθρώπου.
Καθώς εμείς διασχίζουμε αμέριμνοι τα τοπία της ημέρας ανάμεσά μας κυκλοφορεί μία κοπέλα με μάτια διάφανης παιδικότητας και βλέμμα νοσταλγικής ωριμότητας, που μοιάζει σαν από ένα μέλλον κοντινό να κοιτά πίσω και να περιγράφει με τις λέξεις της τη ζωή που περνά σαν ποτάμι από τις κοίτες των δρόμων και από τα χέρια μας. Είναι παρούσα ακόμη και δίχως τη φυσική παρουσία της, ακουμπώντας με το πινέλο της ποίησης τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας αποτυπώνοντας στην αιωνιότητα του χαρτιού όσα εμείς θεωρούμε φθαρτά.
Αυτή είναι η μαγεία της ποίησης. Το άγγιγμα που μετουσιώνει το φθαρτό σε αιώνιο, που δε χωρά στα βιβλία. Είναι διάχυτη στο βλέμμα της κοπέλας, στον αέρα με τον οποίο κινείται στο χώρο και ενσωματώνεται με το οτιδήποτε υπάρχει, υπήρξε ή υπονοήθηκε.
Η κοπέλα αυτή ονομάζεται Σοφία Μιμιλίδου και στις 17 Δεκεμβρίου 2016 με τη συνεργασία του Συλλόγου Φίλων Βιβλίου Ν. Πέλλας, της Παιδαγωγικής Εταιρείας Πέλλας, των Εκδόσεων Ιωλκός και της ΔΗ.Κ.Ε.Π.Α.Π. θα παρουσιάσει την πρώτη της ποιητική συλλογή «ΑΠΟΡΙΕΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ» και θα μοιραστεί μαζί μας τη συγκίνηση του να βλέπεις πέρα από το προφανές, μέσα στο αδιαφανές, πίσω από το πρώτο πλάνο της ζωής…. εκεί που κρύβεται η ουσία των πραγμάτων.
Η παρουσίαση του βιβλίου θα πραγματοποιηθεί στο Κέντρο Πληροφόρησης Νέων στα Γιαννιτσά (βόρεια είσοδο Πνευματικού Κέντρου Γιαννιτσών) το Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016, στις 6μμ.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν η Παπαδάκη Τόνια, σχολική σύμβουλος φιλολόγων και ο Σίσκος Θανάσης, εκπαιδευτικός.
Η Κάκια Παυλίδου θα παρουσιάσει επιλεγμένα ποιήματα της συλλογής μέσα από εικόνες και μουσικές.
Μουσικά θα ντύσει την εκδήλωση η Ζλατάνη Μαρία.
Μία γεύση γραφής της Σοφίας Μιμιλίδου:
ΔΕΝ ΞΕΡΩ/ΔΕΝ Α Π Α Ν Τ Ω
Διαλυόμαστε πάντα.
Από το χάος της αρχής, από κτίσεως κόσμου,
από τα πρώτα μάτια που κοίταξαν τον ήλιο.
Κι έτσι διαλυμένοι πάντα,
στον ίδιο κόσμο, με τον ίδιο αέρα να μας φουσκώνει τα μυαλά,
πάντα θα ορκιζόμαστε σ’ ένα «οφθαλμός αντί οφθαλμού»,
πάντα θα βρίσκουμε ζωή με τις πείνες, τις φτώχειες, τους θανάτους
αυτών που λυπόμαστε, αλλά μισούμε να τους βλέπουμε
όταν δεν έχουν πια ανάγκη τον οίκτο μας.
Κάθε αύριο μασκαρεμένο με του μέλλοντος τα λούσα,
μένει πιο μακάβριο από πολλά δύσκολα χθες
και βγάζει στους αφρούς της καταιγίδας ιστορίες που ξαναγυρνούν
από αλλοτινά σκοτάδια και μνήμες μαύρης φρίκης.
Χρόνια δίσεχτα οι μέρες που περνούν, σύννεφα αιχμαλωσίας.
Η αναζήτηση θεών και προφητών αποδεικνύεται μάταιη πάντα.
Δεν ξέρω / δεν απαντώ.
Βγάζω τα φτερά μου και τα κρύβω κάτω απ’ το μαξιλάρι.
Τα πινέλα μου δεν έχουν χρώμα,
τοίχους δε λέρωσα ποτέ.
Διαλυόμαστε πάντα.
Απ’ τα τραπεζάκια των πανεπιστημίων στα παράθυρα
και τις έδρες της Βουλής
τα μίση διαιωνίζουμε και προδίδουμε τους εαυτούς μας.
Δεν ξέρω / δεν απαντώ.
Σ’ αυτόν τον κόσμο γεννήθηκα.
Στα ξημερώματα της ζωής μου,
οι κουρτίνες του ήταν κλειστές
με λίγες μόνο χαραμάδες να μου χαμογελούν
και τη φωνή της Ποίησης να μου ψιθυρίζει κρυφά
να μη σταματώ να ζωγραφίζω αγγέλους,
να παλεύω τις αλυσίδες
κι ας μη σπάσουν ποτέ.