Σε μικρότερο ΕΝΦΙΑ
αγροτεμαχίων και κτηνοτροφικών μονάδων για παραγωγούς που πληρώνουν τον
«κούκο… αηδόνι» ενδέχεται να οδηγήσει η αναπροσαρμογή των παγωμένων από
το 2007 αντικειμενικών αξιών προς τα κάτω, βάσει των επιταγών του
Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το
σχέδιο ανοίγει δρόμο για μείωση συντελεστών σε κτίσματα χαμηλής
αντικειμενικής, ως 1.000 ευρώ/τμ, με συντελεστή φόρου 2- 2,9 ευρώ/τμ.
Σύμφωνα με το σχέδιο που επεξεργάζεται
το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, σεβόμενο την σχετική απόφαση,
βάσει της οποίας οι αντικειμενικές αξίες που παραμένουν «παγωμένες» από
το 2007 έπρεπε να είχαν αναπροσαρμοστεί από τις 21 Μαΐου, προκειμένου να
μη φορολογούνται άδικα οι ιδιοκτήτες ακινήτων με «πλασματικές» τιμές,
εντός του 2016 θα υιοθετηθεί νέο μοντέλο υπολογισμού των αξιών.
Με το νέο καθεστώς εμπορικών τιμών ουσιαστικά οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων θα προσεγγίσουν τις μειωμένες εμπορικές τιμές, πέφτοντας προς τα κάτω σ’ ένα ποσοστό 10 – 25%, προκειμένου να διορθωθούν οι στρεβλώσεις που καταγράφονται στην κτηματαγορά και οδηγούν στην υπερφορολόγηση αγροτών, κτηνοτρόφων και γενικότερα των φορολογουμένων.
Βέβαια, στις περιοχές όπου οι αντικειμενικές αξίες είναι μικρότερες από τις εμπορικές ενδεχομένως να μην υπάρξει καμία μεταβολή, ή οι παρεμβάσεις να είναι περιορισμένες.
Σε καμία πάντως περίπτωση, για το 2016, το 2017 και τα επόμενα έτη, δεν θα προβλέπονται σημαντικές αποκλίσεις στις εισπράξεις που θα προσδοκά το Δημόσιο.
Αυτό σημαίνει ότι με τη μείωση των αντικειμενικών, η αλλαγή των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσης θα είναι τέτοια που μπορεί μεν να καταγραφεί μικρή ελάφρυνση των μικροϊδιοκτητών, ωστόσο θα φέρει περισσότερα βάρη στους έχοντες.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι με βάση τα σενάρια που επεξεργάζονται στο υπουργείο Οικονομικών, για το 2016 και παρά το γεγονός ότι αναζητούνται επίσης 2,65 δισ. ευρώ, μέσω του νέου φόρου ακινήτων που θα αντικαταστήσει τον ΕΝΦΙΑ, εξετάζεται ήδη η μείωση του αφορολόγητου ορίου, πάνω από το οποίο σήμερα επιβάλλεται ο συμπληρωματικός φόρος, από τις 300.000 ευρώ που είναι στις 250.000 ή 200.000 ευρώ, αλλά με συντελεστές που να ξεκινούν από το 0,3% και να φτάνουν έως και 2% για πολύ μεγάλες ακίνητες περιουσίες, ενώ σήμερα οι ισχύοντες συντελεστές κυμαίνονται από 0,1% έως και 1%.
Η συγκεκριμένη κίνηση θα οδηγήσει φυσικά σε αύξηση της φορολογίας όσων έχουν μεγάλη ακίνητη περιουσία, από την άλλη πλευρά όμως, θα ανοίξει δρόμο για μείωση των συντελεστών για κτίσματα χαμηλής αντικειμενικής, ως 1.000 ευρώ/τ.μ., για τις οποίες ο συντελεστής φόρου είναι 2 έως 2,9 ευρώ ανά μέτρο, αλλά και για αύξηση των συντελεστών στα υψηλότερα κλιμάκια, π.χ. για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμή ζώνης άνω των 2.000 ευρώ, που σήμερα κυμαίνονται από 6 έως 13 ευρώ/τ.μ.
Με το νέο καθεστώς εμπορικών τιμών ουσιαστικά οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων θα προσεγγίσουν τις μειωμένες εμπορικές τιμές, πέφτοντας προς τα κάτω σ’ ένα ποσοστό 10 – 25%, προκειμένου να διορθωθούν οι στρεβλώσεις που καταγράφονται στην κτηματαγορά και οδηγούν στην υπερφορολόγηση αγροτών, κτηνοτρόφων και γενικότερα των φορολογουμένων.
Βέβαια, στις περιοχές όπου οι αντικειμενικές αξίες είναι μικρότερες από τις εμπορικές ενδεχομένως να μην υπάρξει καμία μεταβολή, ή οι παρεμβάσεις να είναι περιορισμένες.
Σε καμία πάντως περίπτωση, για το 2016, το 2017 και τα επόμενα έτη, δεν θα προβλέπονται σημαντικές αποκλίσεις στις εισπράξεις που θα προσδοκά το Δημόσιο.
Αυτό σημαίνει ότι με τη μείωση των αντικειμενικών, η αλλαγή των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσης θα είναι τέτοια που μπορεί μεν να καταγραφεί μικρή ελάφρυνση των μικροϊδιοκτητών, ωστόσο θα φέρει περισσότερα βάρη στους έχοντες.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι με βάση τα σενάρια που επεξεργάζονται στο υπουργείο Οικονομικών, για το 2016 και παρά το γεγονός ότι αναζητούνται επίσης 2,65 δισ. ευρώ, μέσω του νέου φόρου ακινήτων που θα αντικαταστήσει τον ΕΝΦΙΑ, εξετάζεται ήδη η μείωση του αφορολόγητου ορίου, πάνω από το οποίο σήμερα επιβάλλεται ο συμπληρωματικός φόρος, από τις 300.000 ευρώ που είναι στις 250.000 ή 200.000 ευρώ, αλλά με συντελεστές που να ξεκινούν από το 0,3% και να φτάνουν έως και 2% για πολύ μεγάλες ακίνητες περιουσίες, ενώ σήμερα οι ισχύοντες συντελεστές κυμαίνονται από 0,1% έως και 1%.
Η συγκεκριμένη κίνηση θα οδηγήσει φυσικά σε αύξηση της φορολογίας όσων έχουν μεγάλη ακίνητη περιουσία, από την άλλη πλευρά όμως, θα ανοίξει δρόμο για μείωση των συντελεστών για κτίσματα χαμηλής αντικειμενικής, ως 1.000 ευρώ/τ.μ., για τις οποίες ο συντελεστής φόρου είναι 2 έως 2,9 ευρώ ανά μέτρο, αλλά και για αύξηση των συντελεστών στα υψηλότερα κλιμάκια, π.χ. για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμή ζώνης άνω των 2.000 ευρώ, που σήμερα κυμαίνονται από 6 έως 13 ευρώ/τ.μ.